78 χρόνια από την ανατίναξη της σιδηροδρομικής γέφυρας .Πυρ στην Αλαμάνα και φωτιά στον Γοργοπόταμο 25 Νοεμβρίου 1942

 


Θεωρείται το κορυφαίο  γεγονός της Ελληνικής Εθνικής Αντίστασης στην περίοδο της Γερμανικής κατοχής: η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου! Η επιχείρηση διεξήχθη από τις ενωμένες αντιστασιακές οργανώσεις του Ε.Α.Μ και του Ε.Δ.Ε.Σ σε συνεργασία με Άγγλους σαμποτέρ την νύχτα της 25ης Νοεμβρίου 1942.

Πυρ στην Αλαμάνα και φωτιά στον Γοργοπόταμο 25 Νοεμβρίου 1942

Έτσι έγινε και εκείνη τη νύχτα της 25ης προς 26η Νοέμβρη του 1942. Η ανατίναξη της γέφυρα του Γοργοπόταμου ήταν ένα ισχυρό πλήγμα απέναντι στους κατακτητές. Ήταν μέχρι εκείνη τη στιγμή η σημαντικότερη και πιο εντυπωσιακή αντιστασιακή πράξη σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Αποτέλεσε ταυτόχρονα τη «σπίθα» που ξεσήκωσε μαζικά το λαό και γέμισε τα βουνά της χώρας με νέους μαχητές του αντάρτικου στρατού…

Η επιχείρηση είχε σχεδιάστηκε και αποφασίστηκε τέσσερις μέρες νωρίτερα, στο χωριό Καστριώτισσα. Εκεί συναντήθηκαν και συσκέφτηκαν οι αρχηγοί του ΕΛΑΣ, Άρης Βελουχιώτης και του ΕΔΕΣ, Ναπολέων Ζέρβας με τους Άγγλους σαμποτέρ, προκειμένου να καταστρωθεί το σχέδιο της επιχείρησης.

Πυρ στην Αλαμάνα και φωτιά στον Γοργοπόταμο 25 Νοεμβρίου 1942
Πυρ στην Αλαμάνα και φωτιά στον Γοργοπόταμο 25 Νοεμβρίου 1942

Τη νύχτα της 25ης Νοεμβρίου 1942, 150 αντάρτες του ΕΛΑΣ, με επικεφαλής τον Αρη Βελουχιώτη, 60 αντάρτες του ΕΔΕΣ, με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Ζέρβα, και 12 Αγγλοι σαμποτέρ επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά κατά της ιταλικής φρουράς της μεγάλης σιδηροδρομικής γέφυρας του Γοργοπόταμου κοντά στη Λαμία, εξουδετέρωσαν την εχθρική δύναμη και ανατίναξαν τη γέφυρα.

Σύμφωνα με το σχέδιο επιχείρησης, τμήμα του ΕΛΑΣ με 65 άνδρες ανέλαβε να εξουδετερώσει το νότιο βάθρο της γέφυρας, που φρουρούνταν από 80 Ιταλούς και ήταν αμυντικά οργανωμένο με συρματοπλέγματα, χαρακώματα και πολυβολεία από μπετόν αρμέ.

Τμήμα του ΕΔΕΣ με 45 άνδρες ανέλαβε να εξουδετερώσει το βόρειο βάθρο, που φρουρούνταν από 30 άνδρες, χωρίς σημαντική αμυντική οργάνωση (η οργάνωση αυτή είχε μόλις αρχίσει).

Δύο τμήματα του ΕΛΑΣ με 15 άνδρες το καθένα και με έναν Βρετανό σαμποτέρ ανέλαβαν να καταλάβουν θέσεις στη σιδηροδρομική γραμμή, σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου από τη νότια και βόρεια πλευρά της γέφυρας, για να εμποδίσουν την προσέγγιση εχθρικών ενισχύσεων.

Ενα τμήμα του ΕΛΑΣ από 30 άνδρες παρέμεινε ως εφεδρεία, ένα άλλο με 15 άνδρες είχε προορισμό να καταλάβει την ξύλινη οδική γέφυρα του Σπερχειού στη θέση Φραντζή και, τέλος, ένα τμήμα σαμποτέρ από 4-5 Αγγλους, 8 άνδρες του ΕΛΑΣ και 4 του ΕΔΕΣ ανέλαβαν την ανατίναξη της γέφυρας. Η επιχείρηση άρχισε στις 23.05 τη νύχτα.

Η ιστορία είναι γνωστή, λίγο έως πολύ. Σήμερα αφήνουμε τον (τότε) Ανθυπολοχαγό Δημήτρη Δημητρίου – καπετάν Νικηφόρο να μας περιγράψει μέσα από το βιβλίο του «Αντάρτης στα Βουνά της Ρούμελης» την κρίσιμη συνάντηση των ομάδων που ανατίναξαν την γέφυρα.

«Στις 2 Νοεμβρίου 1942 οι Βρετανοί κομάντος από την σπηλιά της Στρώμης στην Γκιώνα κατορθώνουν επαφή με τον Ναπολέοντα Ζέρβα και ο υπαρχηγός της αποστολής Κρις Γουντχάουζ αποστέλλεται -πεζή- από τον επικεφαλής συνταγματάρχη -κατόπιν ταξίαρχο- Έντυ Μάγιερς προς το Σακαρέτσι του Βάλτου προς συνάντησή του. Οι 8 Βρετανοί σαμποτέρ είχαν πέσει στην περιοχή της Γκιώνας στην Ρούμελη με αλεξίπτωτα στις 30 Σεπτεμβρίου 1942 στα πλαίσια της αποστολής Harling -οι άλλοι τέσσερις έπεσαν στις 28 Οκτωβρίου- και έκτοτε απεγνωσμένα επεδίωκαν επαφή με τον αρχηγό του ΕΔΕΣ (ο ασύρματος είχε υποστεί βλάβη).

Στις 4 Νοεμβρίου κατά την πορεία του προς την Ήπειρο ο Γουντχάουζ φτάνει στο χωριό Επισκοπή και σε συνάντηση με τον ΕΑΜίτη παπά του χωριού πληροφορείται ότι ο Άρης Βελουχιώτης βρίσκεται σε απόσταση 2 ωρών και έχει μαζί του τους τέσσερις Βρετανούς κομάντος της 3ης αποστολής που είχαν πέσει έξω από το Καρπενήσι λίγες ημέρες πριν, στις 28 Οκτωβρίου. Ο Γουντχάουζ επιλέγει να συνεχίσει την πορεία του προς τον Βάλτο αλλά αποστέλλει επιστολή προς τον Άρη ειδοποιώντας τον, για ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ, ότι είναι μέλος βρετανικής αποστολής που η κύρια δύναμη της βρίσκεται στην Γκιώνα με σκοπό την διενέργεια ένα καίριου σαμποτάζ, ζητά την υποστήριξή του Άρη για την επιτυχία της αποστολής και τον παρακαλεί να φροντίσει για την ασφαλή μετάβαση των τεσσάρων Βρετανών στην σπηλιά της Στρώμης στην Γκιώνα προς ενσωμάτωση με τους υπόλοιπους Βρετανούς σαμποτέρ. Ο Άρης χωρίς χρονοτριβή απαντά [σ.σ.: απομνημονεύματα στρ. Ναπ. Ζέρβα] στον Γουντχάουζ... : «Έλαβα το σημείωμα που μου στείλατε από την Επισκοπή. Οι τρεις συμπατριώτες σας και ο Έλληνας με την Αγγλική στολή του λοχαγού, ο Θέμις Μαρίνος, που έπεσαν εδώ έξω από το Καρπενήσι, έφυγαν αμέσως για τη Γκιώνα. Όπως μου γράφετε τους έδωσα ως ασφάλεια μία ομάδα υπό τον ανθυπίλαρχο Νικηφόρο, τους είχα μαζί μου πάνω από 10 ημέρες» [σ.σ. 8 ήταν οι ημέρες]. Το ανταρτικό αυτό σώμα 30 ανδρών με επικεφαλής τον Πελοπίδα και τον Νικηφόρο αναχώρησε αμέσως στις 4 προς 5 Νοεμβρίου συνοδεύοντας τους τέσσερις Βρετανούς κομάντος της 3ης αποστολής προς την σπηλιά της Στρώμης στην Γκιώνα. Δύο-τρεις μέρες μετά φθάνουν όλοι ασφαλείς στον προορισμό τους. Η 3η αυτή βρετανική αποστολή αποτελείτο από τους: Τζων Κουκ -αρχηγός/λοχαγός, Ίντο -λοχαγός (έμοιαζε Ινδός), Θέμις Μαρίνος -λοχαγός/Έλληνας που υπηρετούσε στον βρετανικό στρατό- και Φίλιπς -λοχίας/ασυρματιστής.].

spilia.jpg

Στη σπηλιά της Γκιώνας

«…Άρχισε ξάφνου να βρέχει δυνατά και τρέχαμε ν’ απαγγειάσουμε στα χοντρά έλατα. Ακούμε τότε, μας φώναζε ο Άρης, τον Πελοπίδα κι εμένα.

― Θα πάρετε τους τέσσερες εγγλέζους – είπε. ― Θα τους συνοδέψετε στη Γκιώνα, να τους παραδώσετε στην υπόλοιπη αποστολή τους που θα βρείτε εκεί. Από κοντά σας φτάνουμε κι εμείς.

Ξαπέταξα ακούγοντας τα νέα, ότι φεύγουμε για τον τόπο μας. Και με τους εγγλέζους, «κάτι σπουδαίο συμβαίνει!» αναλογιζόμουνα, μαθαίνοντας για την άλλη αποστολή στη Γκιώνα. «Παιδιά! Απάνω! Φεύγουμε!» φώναξα στους άντρες των μονάδων κι αυτοί πετάχτηκαν στο πόδι αγαλλιώντας. Μοιράσαμε λίγο ψωμί και προσφάι και μασουλώντας ακόμα ξεκινήσαμε. Για τη Γκιώνα…

(σ.σ.: 2-3 ημέρες μετά…)

Ξημερώματα την άλλη μέρα συνεχίσαμε το δρόμο μας. Κόψαμε δεξιά στα Βαρδούσια και βγήκαμε ψηλά από τις Μουσονίτσες. Ήρθε η οργάνωση. «Κάτι για εγγλέζους ξέρετε τίποτα;» ρωτήσαμε. Ξέρανε και ξαπετούσαν. Μ’ άλλον αέρα τους βρίσκαμε όλους, το ήξερε η περιοχή το μυστικό, ότι φούντωνε πλέον ο αγώνας. Ξαπεταμένοι κι εμείς! Ήρθε κι ένας οδηγός και κατεβήκαμε ίσια κάτω στο Μόρνο, περάσαμε το γεφύρι κι ανηφορίσαμε. Στο ανέβασμα ανταμώσαμε στρωμίτες και μας υποδέχονταν χαρούμενοι, ότι φτάναμε, ότι είχανε σπουδαία νέα να μας πουν, ότι ξέρανε κι αυτοί και το συνετό βουνό τους να κρατάνε μυστικά, να βοηθάνε τον αγώνα, όλο έξαψη παντού, όλοι λάμπανε τα πρόσωπά τους.

Φτάσαμε και στη Σπηλιά – στα μισά του δρόμου απ’ τη Στρώμη ως το μεγάλο διάσελο της Γκιώνας είναι η Σπηλιά. Ούτε μπορούσες να καταλάβεις τι ώρα ήταν, γιατί είχε συννεφιά. Πετάχτηκαν λαχταρισμένοι στο πόδι μόλις μας είδαν οι ξένοι. Κάναν σαν τρελοί από τη χαρά τους βλέποντας και τους τέσσερους δικούς τους που φέρναμε μαζί μας εμείς. Μόλις καταλάγιασε η φασαρία μεταξύ τους, γύρισαν και σε μας. Ο Θέμις και ο Νετ (ήξερε κι αυτός ελληνικά, λέγανε πως ήταν διευθυντής στο ιπποφορβείο Λαζαρίνας στη Θεσσαλία πριν τον πόλεμο) κάμανε συστάσεις. Μας γνώρισαν πρώτα το συνταγματάρχη Έντυ, αρχηγό της αποστολής. Τους είπαμε εμείς ποιοι είμαστε. Άκουγαν μ’ ενθουσιασμό. Μας περιεργάζονταν εντατικά. Μόλις είπανε για τον Πελοπίδα «ο πολιτικός καθοδηγητής του τμήματος» γύρισαν όλοι απότομα και τον ψάχνανε από πάνω ίσαμε κάτω σα να ‘θελαν να τον γδύσουν με τα μάτια. Ύστερα ο Νετ μας σύστησε έναν-έναν κι όλους τους υπόλοιπους. Λείπαν και τρεις-τέσσερες. Δυο-τρεις με τον ασύρματο, στο άλλο μέρος από το ύψωμα, μισή ώρα μακρυά, λέγανε ήταν πιο κατάλληλη η θέση εκεί για την επαφή με το Κάιρο. Έλειπε κι ο υπαρχηγός της αποστολής, ταγματάρχη Κρις τον είπανε.

Τέλειωσαν οι γνωριμίες και καταπιαστήκαμε να βολευτούμε κι εμείς. Μια ομάδα είπαμε να πάει φρουρά στον ασύρματο, η άλλη να μείνει στη Σπηλιά.

Πεινασμένοι και κουρασμένοι

Μας ρώτησαν οι άγγλοι αν έχουμε κάτι και γι’ αυτούς να φάνε γιατί ήσαν νηστικοί, ο δικός τους τροφοδότης είχε δυο-τρεις μέρες να φανεί. Τους είπαμε, τα μισά απ’ τα δεκάξη πρόβατά μας ήσαν δικά τους. Ξαφνιάστηκαν κι έλαμψαν ξανά τα πρόσωπά τους. «Θενκς γιου – Θενκς!» μας ευχαριστούσαν ενθουσιασμένοι. Τέλος ο Έντυ είπε στο Νετ ότι παρακαλούσε να έχουμε μια ιδιαίτερη συνάντηση– «όμως μόνο με το στρατιωτικό αρχηγό του τμήματος» είπανε με έμφαση. Δεν μου άρεσε αυτό και χαμογελώντας είπα στο Νετ «ας αφήσουμε να κανονίσουμε εμείς ποιος θα συναντηθεί μαζί σας». Έδειξε με μιας ενοχλημένος (ήταν ένας άνθρωπος ψυχρός). Μετάφρασε την παρατήρησή μου, και αμέσως ο Έντυ έσπευσε ολοπρόθυμα να συμφωνήσει και να διορθώσει ότι εννοούσε, επειδή το ζήτημα είναι καθαρά στρατιωτικό...». –«Μπορούμε να μιλήσουμε αμέσως» αποκρίθηκα.

Ο καιρός χαλούσε και κάπνισε χειμωνίλα όλο το βουνό.

Κατεβήκαμε στο κάτω μέρος της Σπηλιάς, πιο ανοιχτό μέρος εδώ κι έρχονταν απάνω μας ψιχάλες το δρολάπι πούχε αρχίσει. Μίλησε ο Έντυ και μετάφραζε ο Νετ.

― Ο κύριος συνταγματάρχης εκφράζει τη συγκίνησή του που έχει την τιμή να ηγηθεί σ’ αυτή την αποστολή στα ελληνικά βουνά. Θέλει να ξέρει αν μπορεί να υπολογίζει στη βοήθειά σας για να φέρει σε πέρας την εντολή που του ανέθεσε το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής για την κοινή συμμαχική υπόθεση.

Αποκρίθηκα αμέσως ζωηρά.

― Χαιρετίζω εκ μέρους του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Πατρίδας μου με χαρά και συγκίνηση τον ερχομό των συμμάχων μας αξιωματικών στα βουνά μας. Δηλώνω ότι όλη η δύναμη του στρατού μας βρίσκεται στη διάθεση της αποστολής για ό,τι έχει σχέση με τον κοινό συμμαχικό αγώνα.

gefyra.jpg
Εκτέλεση πατριωτών μετά την ανατίναξη της γέφυρας/ φωτο από το βιβλίο «Αντάρτης στα Βουνά της Ρούμελης»

«Αυτή τη γέφυρα την τινάζουμε»

Έλαμψε το πρόσωπο του Έντυ. Μου χαμογέλασε φιλικά και κούνησε ευχαριστημένος το κεφάλι του. Ρώτησε τότε αν μπορούσαμε να προχωρήσουμε και στο συγκεκριμένο θέμα. Ξεδίπλωσε χαρτιά και χάρτες, σχεδιαγράμματα από γεφύρια σιδηροδρομικά. Είπε ότι η διαταγή του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής ήταν να τινάξουμε ένα σημαντικό γεφύρι στη σιδηροδρομική γραμμή, ως τις 15 το πολύ του Νοέμβρη (ήταν 5 του μηνός). Άπλωσε μπροστά μας τα σχεδιαγράμματα.

― Ένα από τούτα τα γεφύρια – εξηγούσε – πρέπει να τινάξουμε, την Παπαδιά, τον Ασωπό ή το Γοργοπόταμο. Θέλετε να φύγουμε αμέσως να κάμουμε μαζί μια νέα αναγνώριση; Εμείς κάμαμε κιόλας μια.

Και συμπλήρωσε τι πληροφορίες είχανε για κάθε γεφύρι.

Αποκρίθηκα τότε εγώ, ότι δε χρειαζόμουν αναγνώριση, ήξερα καλά το μέρος και μπορούσα να πω αμέσως τη γνώμη μου. Στην Παπαδιά δεν είχαμε καμμιά ελπίδα να πετύχουμε, ο τόπος είναι ανάποδος και η φρουρά αυτού είχε μεγάλη δύναμη. Στον Ασωπό είναι αδύνατο να γίνει επιχείρηση, η γέφυρα ενώνει δυο κοφτά με το μαχαίρι βράχια, τούνελ στην αρχή της, τούνελ και στην άλλη άκρη της κι από κάτω γκρεμίζεται αφρισμένο το νερό, πρέπει να κατεβείς από τον ουρανό να πατήσεις το γεφύρι και χωρίς νάχει φρουρά, τώρα είχε και φρουρά. Έμενε λοιπόν ο Γοργοπόταμος. «Αυτή τη γέφυρα, την τινάζουμε!» του είπα.

Καταχαρούμενος ο Έντυ.

― Τι δύναμη μπορείτε να διαθέσετε μέσα στις προθεσμίες που σας είπα; – με ρώτησε.

― Αρκετή – του αποκρίθηκα – για να έχουμε πλήρη επιτυχία.

― Πότε θα είναι οι υπόλοιποι εδώ;

― Σε λίγες μέρες – αποκρίθηκα.

Τότε είπε κάτι άλλο:

― Αν ο Άρης καθυστερήσει ή δε θελήσει να μας βοηθήσει μπορείτε να μου υποσχεθείτε πως θα αναλάβετε εσείς την επιχείρηση;

Χαμογέλασα.

― Το δεύτερο αποκλείεται τελείως – του είπα – αν αργήσει θα την αναλάβουμε εμείς! Θα διατάξουμε να κινητοποιηθούν και οι μαχητικές ομάδες των χωριών.

― Ευχαριστώ! – έκαμε με ανακούφιση. ― Πρώτη φορά από την ώρα που πατήσαμε το χώμα της Ελλάδας αισθάνομαι άνετα. Πρέπει να ξέρετε ακόμα ότι περιμένω βοήθεια κι από το τμήμα του στρατηγού Ζέρβα. Έστειλα πριν από λίγες ημέρες τον υπαρχηγό της αποστολής να βρει το στρατηγό στην Ήπειρο.

Πρώτη φορά άκουγα για το Ζέρβα, ότι είναι στα βουνά με τμήμα. Το όνομα αυτό το ήξερα από τις εφημερίδες μαθητής.

― Δεν υπήρχε λόγος να αναζητάτε άλλα τμήματα – είπα στον Έντυ.

Θεώρησα σωστό να προσθέσω «όλα όσα είπαμε εννοείται τελούν υπό την αίρεση ότι θα τα εγκρίνει ο Αρχηγός μου». Τινάχτηκε τότε ανήσυχος, μ’ έβλεπε ερωτηματικά. «Εννοώ για τις αποφάσεις και τις λεπτομέρειες – του διευκρίνισα – ό,τι θ’ αλλάξει ο Άρης θάναι το καλλίτερο». Και ησύχασε.

Ύστερα με ρώτησε αν μπορώ να διαθέσω μερικούς άντρες, περίμενε ρίψεις στις Καταβόθρες, δυο-τρεις ώρες μακρυά, κοντά στις πηγές του Γοργοπόταμου. Ήθελε ακόμα μερικούς ν’ αρχίσουν αμέσως να εκπαιδεύονται στα εκρηκτικά. Δίπλα εκεί που συζητούσαμε, οι αξιωματικοί τη αποστολής είχαν φκιάσει με σανίδια μια μακρυά σκάφη και είχαν αρχίσει να ζυμώνουν μέσα υλικό. Με καδρόνια είχαν φκιάσει ακόμα κι ένα ομοίωμα από βάθρο γέφυρας να ασκηθούν κι αυτοί και οι αντάρτες βοηθοί τους πού μπαίνουν οι δυναμίτες για την ανατίναξη. Είχανε και κάτι μακρόστενα καλούπια, μυτερά μπροστά και κούφια (όσο ένα μανίκι) και τα πατίκωναν ζυμωμένο δυναμίτη από τη σκάφη και γίνονταν βαρειά-βαρειά.

Έφυγαν την άλλη μέρα οι άντρες για τις ρίψεις, δώσαμε κι οχτώ στους δυναμίτες.

Με ρώτησε κατόπιν ο Έντυ τη γνώμη μου, αν είναι ασφαλής η θέση που μένουν. Του αποκρίθηκα ότι είναι και στο εξής να μην έχει πλέον τέτοιες ανησυχίες.

― Ευχαριστώ! Ευχαριστώ!– είπε ζωηρά. ― Είμαι πολύ ενθουσιασμένος! Αισθάνομαι ασφάλεια!

Τόλεγε, και πάλι όμως η φροντίδα και η ανησυχία δεν έφευγαν εντελώς από το πρόσωπό του.

…………………………………………………………………………….

Οι μέρες όμως περνούσαν και δε φαινότανε τίποτα, ούτε ο Άρης ούτε ο Κρις. Ο Πελοπίδας κι εγώ ασχοληθήκαμε με τα δικά μας. Πηγαίναμε ταχτικά στην ομάδα στον ασύρματο, κάναμε συνέλευση των ομάδων, αγρυπνούσαμε με τις οργανώσεις για την ασφάλεια της περιοχής…

…………………………………………………………………………….

Ο Έντυ, όμως, περνούσε μαύρες ώρες. Δεν εύρισκε ησυχία. Όλο αφηρημένος, σηκωνόταν ξαφνικά ορθός, τίναζε το κεφάλι του και βημάτιζε πέρα-δώθε μοναχός του. Στιγμές-στιγμές μιλούσε μηχανικά, το καταλάβαινε και σου χαμογελούσε ένα βιασμένο χαμόγελο και πάλι, κατόπιν, η φυσιογνωμία του σκοτείνιαζε.

Καθόμασταν μια μέρα γύρω στη φωτιά, μπόλικη φωτιά. Έτσουζε το κρύο, στροβιλίζονταν ανάμεσα στα μαύρα έλατα και μέσα στη Σπηλιά μας αραιές ράθυμες χιονόψιχες, αναδευόταν μουγγά όλο το δάσος, η φωτιά σύντροφος γλυκός και φίλος. Κάτι είπε ο Έντυ και γύρισε σε μένα ο Νετ.

― Ρωτάει ο κύριος συνταγματάρχης, υπάρχει στ’ αλήθεια Άρης ή μήπως είναι μόνο θρύλος;

Χαμογέλασα.

― Και υπάρχει και θρύλος είναι – αποκρίθηκα – όπου νάναι θα βεβαιωθείτε και οι ίδιοι.

Του άρεσε πολύ η απάντηση. «Γκουντ! Γκουντ!» είπε εύθυμα.»

Πηγή: 

ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ: «ΑΝΤΑΡΤΗΣ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ» 

Σχόλια