“Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο”47 χρόνια μετά την αιματοβαμμένη εξέγερση -Επίκαιρη όσο ποτέ

 

Το ημερολόγιο έγραφε 14 Νοεμβρίου του 1973 όταν φοιτητές του ιδρύματος αποφάσισαν να απέχουν από τα μαθήματά τους διεκδικώντας περισσότερες ελευθερίες. Οι εξεγερμένοι φοιτητές οχυρώθηκαν στο εμβληματικό κτήριο της οδού Πατησίων και έστησαν έναν ραδιοφωνικό σταθμό προκειμένου να ακουστούν τα αιτήματά τους πέρα από τα κάγκελα της πύλης. Έχοντας την τεχνογνωσία από τις σπουδές τους, οι φοιτητές δεν χρειάστηκαν παρά μόνο μερικές ώρες για να κατασκευάσουν τον πομπό του σταθμού στα εργαστήρια της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανολόγων.

“Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο”

«Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!» ήταν τα πρώτα λόγια που ακούστηκαν από τον σταθμό από τις φωνές της Μαρίας Δαμανάκη, του Δημήτρη Παπαχρήστου και του Μίλτου Χαραλαμπίδη. «Λαέ της Ελλάδας, το Πολυτεχνείο είναι σημαιοφόρος του αγώνα μας, του αγώνα σας, του κοινού μας αγώνα ενάντια στη δικτατορία και για τη δημοκρατία».

Ακολούθησαν δυο ημέρες αγώνα αλλά και αγωνίας καθώς χουντικοί νεολαίοι επιχείρησαν να εισβάλουν στο Πολυτεχνείο για να περιοριστούν όμως από ομάδες περιφρούρησης.

Ο αγώνας των φοιτητών άγγιξε τις καρδιές της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών που συντόνιζαν τους ραδιοφωνικούς τους δέκτες στη συχνότητα της εκπομπής του φοιτητικού σταθμού. Τα γεγονότα δεν είχαν αφήσει ασυγκίνητες ούτε τις μικρότερες ηλικίες. Και ήταν τόσο έντονα που έμειναν χαραγμένα στη μνήμη τους: «Θυμάμαι τον ραδιοφωνικό σταθμό, τις συζητήσεις στο σπίτι για τα τανκς στους δρόμους, τη μητέρα μου να λέει πως πρέπει να κάνουμε κάτι για να βοηθήσουμε αυτά τα παιδιά» λέει σήμερα πανεπιστημιακός που τότε ήταν μόλις επτά ετών.

Η επέμβαση του στρατού

Τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου, κι ενώ το καθεστώς υποτίθεται πως διαπραγματευόταν την ασφαλή αποχώρηση των φοιτητών από τον χώρο του Πολυτεχνείου, αποφασίστηκε η επέμβαση του στρατού με ένα από τρία τανκς που είχαν παραταχθεί έξω από την πύλη να εφορμά και να γκρεμίζει την κεντρική πύλη. Οι φοιτητές καλούσαν τους στρατιώτες από τον σταθμό τους να αψηφήσουν τις εντολές των ανωτέρων τους. Ο εκφωνητής απήγγειλε τον Εθνικό Ύμνο, ενώ το ίδιο έκαναν και οι φοιτητές που είχαν συγκεντρωθεί στο κεντρικό προαύλιο.

Μια ομάδα ενόπλων των ειδικών δυνάμεων θα αναλάμβανε στη συνέχεια να απομακρύνει τους φοιτητές από το Πολυτεχνείο από την πύλη της οδού Στουρνάρη.

Κατά την έξοδό τους οι φοιτητές ήρθαν αντιμέτωποι με τη βία της αστυνομίας, ενώ ελεύθεροι σκοπευτές άνοιξαν πυρ από γειτονικές ταράτσες και πράκτορες της ΚΥΠ καταδίωκαν τους εξεγερθέντες. Λίγο αργότερα θα συλλαμβάνονταν και οι εκφωνητές που έως τότε είχαν παραμείνει στο πόστο τους. Τα πυρά θα συνεχίζονταν για ώρες. Η ηρωική εξέγερση των φοιτητών βάφτηκε στο αίμα.

47 χρόνια μετά το Πολυτεχνείο συνεχίζει να αποτελεί “φάρο” των προοδευτικών ανθρώπων, και να εμπνέει για νέους αγώνες.


Κουμής, Κανελλοπούλου, Καλτεζάς – Τρία αθώα θύματα αστυνομικής βίας σε επετείους του Πολυτεχνείου


Το 1980 η πορεία για το Πολυτεχνείο πραγματοποιήθηκε στις 16 Νοεμβρίου και κατά τη διάρκειά της σημειώθηκαν εκτεταμένα επεισόδια στους δρόμους του κέντρου της Αθήνας. Εκείνο το απόγευμα η εργάτρια Σταματίνα Κανελλοπούλου αφήνει την τελευταία της πνοή και ενώ λίγο πριν είχε υποστεί άγριο ξυλοδαρμό από αστυνομικούς, έξω από το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετάνια». Η Κανελλοπούλου άφησε την τελευταία της πνοή στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο, ενώ σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση έφερε 18 σοβαρά τραύματα στο κεφάλι και είχε δεχθεί πολλαπλά χτυπήματα στο σώμα.

Το ίδιο απόγευμα μεταφέρθηκε κλινικά νεκρός στο νοσοκομείο ο Κύπριος φοιτητής Ιάκωβος Κουμής έχοντας πέσει και αυτός θύμα ξυλοδαρμού από αστυνομικούς. Μάλιστα σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες είχε χτυπηθεί πισώπλατα στην πλατεία Συντάγματος και ενώ καθόταν σε ένα καφενείο. Υπέκυψε μία εβδομάδα μετά ενώ σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση η αιτία θανάτου ήταν ένα καίριο πλήγμα αποκοπής του




17 Νοεμβρίου 1985. Η πορεία για τα 12 χρόνια από την Εξέγερση του Πολυτεχνείου έχει ολοκληρωθεί έχοντας σημειωθεί μικρή έκτασης επεισόδια. Ωστόσο κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει τι θα επακολουθούσε αμέσως μετά. Μετά το τέλος της πορείας, μία κλούβα των ΜΑΤ παραμένει για λόγους ασφαλείας έξω από το Πανεπιστημιακό ίδρυμα. Ωστόσο, κάποια στιγμή τέσσερις αστυνομικοί φεύγουν από εκεί για να πάνε σε ένα σουβλατζίδικο στα Εξάρχεια.

Όταν έγιναν αντιληπτοί από ομάδα αναρχικών, οι τελευταίοι άρχισαν να τους φωνάζουν συνθήματα. Ένας εκ των αστυνομικών τους ζητάει τις ταυτότητές τους. Αφού ακούστηκαν μερικά «γαλλικά», το επεισόδιο θεωρήθηκε λήξαν. Αργότερα, μία ομάδα νεαρών κατευθύνθηκε προς την κλούβα που βρισκόταν στο Πολυτεχνείο. Ανάμεσά τους βρισκόταν και ο 15χρονος Μιχάλης Καλτεζάς.

Οι αναρχικοί πετούν μολότοφ και οι αστυνομικοί βγαίνουν από την κλούβα και αρχίζουν να τους κυνηγούν προς την πλευρά των Εξαρχείων. Κάποιοι εκ των αστυνομικών πυροβολούν στον αέρα για εκφοβισμό. Όμως, ο Αθανάσιος Μελίστας καθώς πυροβολεί, βρίσκει τον άτυχο Καλτεζά στο κεφάλι. Το συμβάν σημειώθηκε στη συμβολή των οδών Στουρνάρη και Μποτάση. Ο Καλτεζάς θα αφήσει την τελευταία του πνοή λίγη ώρα αργότερα.

Ο τότε υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης Μένιος Κουτσόγιωργας και ο υφυπουργός Θανάσης Τσούρας υποβάλλουν τις παραιτήσεις τους για λόγους ευθιξίας. Ωστόσο, ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου δεν τις αποδέχεται. Αμέσως μετά τον θάνατο του Καλτεζά, καταλήφθηκε από αναρχικούς σε ένδειξη διαμαρτυρίας το παλιό Χημείο στη Σόλωνος και το Πολυτεχνείο. Το πρωί της 18ης Νοεμβρίου δόθηκε η άδεια από την Επιτροπή Πανεπιστημιακού Ασύλου, με πρόεδρο τον πρύτανη Μιχάλη Σταθόπουλο, να μπει η Αστυνομία στο Χημείο.

Η εισβολή έγινε με χρήση δακρυγόνων, για πρώτη φορά μετά το 1976, και οι αστυνομικοί συνέλαβαν 37 άτομα τα οποία ξυλοκόπησαν, ενώ λίγοι κατάφεραν να διαφύγουν και να φτάσουν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου μέσα από τους υπονόμους. Αυτή ήταν και η πρώτη άρση ασύλου από την επίσημη θεσμοποίησή του το 1982. Τα επεισόδια στην Αθήνα συνεχίστηκαν και τις επόμενες ημέρες.

Ενδεικτική είναι η περιγραφή του δημοσιογράφου Γιάννη Κανελλάκη ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας στο περιστατικό. «Έτρωγαν σουβλάκια με τη στολή τους και με τα όπλα σαν καουμπόηδες. Είναι δυνατόν; Πάνε στην πλατεία Εξαρχείων σε σουβλατζίδικο και μάλιστα σε τέτοιες μέρες, τέτοιες ώρες;». Την επομένη της δολοφονίας, οι εφημερίδες δημοσιεύουν τη φωτογραφία με το άψυχο κορμί του Καλτεζά. Από πάνω του, ο Γιάννης Κανελλάκης, ο οποίος κοιτάει έντρομος τον άτυχο νεαρό.

https://www.libre.gr/

Σχόλια